Tuesday 26 June 2007

Η μετάφραση δεν είναι ποτέ αθώα


Και τι θα μπορούσα να πω για όσους θ’ άρμοζε καλύτερα ο τίτλος του προδότη παρά του μεταφραστή, αφού προδίδουν αυτούς που θέλουν να αποκαλύψουν...

Joachim du Bellay, La Déffence et illustration de la langue françoyse, 1549


Η μετάφραση επιτελεί μια διπλή λειτουργία. Αφ' ενός κάνει το ξένο οικείο, δίνοντας στο κείμενο τη φωνή και το ρυθμό που χρειάζεται για να επικοινωνήσει με διαφορετικούς παραλήπτες. Αφ' ετέρου κάνει το πρωτότυπο να συνομιλεί με βιβλία μιας άλλης κουλτούρας, προσδίδοντας στο κείμενο συνδηλώσεις και εκφραστικές συνάφειες τις οποίες δεν επεδίωκε ο συγγραφέας.

Το κείμενο, ούτως ή άλλως, ζει την στιγμή της ανάγνωσης. Κι η τέχνη της μετάφρασης φαίνεται ως να έχει για στόχο της κάτι ακατόρθωτο: να δώσει στο μεταφρασμένο κείμενο την ικανότητα να εγείρει σκέψεις, εικόνες κι αναμνήσεις που ενέχει το λογοτεχνικό πρωτότυπο.

Μετα-δίδοντας το νόημα του κειμένου μέσα από την προσωπική του εμπειρία και την εφραστική του σκευή, ο μεταφραστής μοιάζει να προδίδει το γράμμα του πρωτότυπου, ενώ πλέκει το νήμα που θα ενώσει τον αναγνώστη με τον συγγραφέα. Υπάρχει άλλη, τόσο αθώα, προδοσία;



.

Thursday 21 June 2007

O Επιθεωρητής δεν μένει πια εδώ


Το κτίριο που πότισε ο καπνός της πίπας του πιο διάσημου επιθεωρητή της λογοτεχνίας θα σφραγίσει για πάντα τις πόρτες του. Όταν ο Μαιγκρέ ήθελε να προφυλαχτεί από την βλακεία των ανωτέρων του ή τις μεταμεσονύχτιες παγίδες των κακοποιών έβρισκε πάντα καταφύγιο στο στενό γραφείο του αριθμού 36 της Quai des Orfèvres.

Το κτίριο των επιθεωρητών της Paris Brigade Criminelle πρόκειται να μεταστεγαστεί σε νέες υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις, όπου, προφανώς, δεν θα υπάρχουν πόρτες ανάμεσα σε γραφεία, και θα απαγορεύεται το κάπνισμα.

Κι ο Μαιγκρέ, που από το 1930 κατάφερε να εξιχνιάσει τόσα παράξενα εγκλήματα, θα πρέπει να αφήσει την καρέκλα με το φθαρμένο βελούδο, να κατέβει στην έξοδο που βλέπει προς την αριστερή όχθη, να σηκώσει το γιακά, μόλις ανάψει η πίπα του, και να ξεκινήσει για την τελευταία του αναζήτηση στις νυχτερινές διαδρομές του μυαλού.


.

Sunday 17 June 2007

Μια σύντομη ιστορία


Ένα στοιχείο που με ελκύει στην τέχνη του διηγήματος είναι ότι όσο καλύτερη είναι μια ιστορία, τόσο πιο δύσκολο είναι να εξηγήσεις που ακριβώς οφείλεται η σαγήνη της.

Υπάρχει, ίσως, ένα κριτήριο εμπειρικό: αυτό που διακρίνει τις καλές σύντομες ιστορίες είναι ότι έχουν μεγάλη διάρκεια αφηγηματικής ζωής – ως αν η διήγηση αυτού που διάβασα να συνεχίζεται χρόνια μετά την πρώτη φορά που κοίταξα τις λίγες εκείνες σελίδες.

Με βάση αυτό το κριτήριο, σκέφτηκα να αναφέρω δέκα συγγραφείς που οι ιστορίες τους συχνάζουν απόψε στο νου μου.

Borges, Κυκλικά Τείχη

Conrad, The Secret Sharer

Hemingway, Hills like White Elephants

Maxwell, Pilgrimage

Melville, Bartelby the Scrivener

Ντοστογιέφσκη, Μια Αινιγματική Αυτοκτονία

Proux, Man Crawling Out of Trees

Updike, Friends from Philadelphia

Carver, Fat (αλλά και Cathedral, και One More Thing, και Will You Please Be Quiet, Please? και τόσα άλλα)


Για τους έλληνες διηγηματογράφους θα χρειαζόταν μια ξεχωριστή λίστα – αλλά ας εντάξω απλά στην δεκάδα την προτίμησή μου:

Νίκος Καχτίτσης, Ποιοι οι φίλοι


Το διήγημα γεννήθηκε αργά στην ιστορία της τέχνης, όταν οι άνθρωποι μαζεύτηκαν στις πόλεις κι άρχισαν να επικοινωνούν μεταξύ τους έμμεσα – διαβάζοντας τα ίδια κείμενα σε εφημερίδες και λαϊκά έντυπα. Νομίζω ότι ο φυσικός χώρος της σύντομης ιστορίας παραμένει το περιοδικό – κι ίσως γι αυτό οι εκδότες δυσανασχετούν τόσο, όταν ένας συγγραφέας τους πλησιάζει με το χειρόγραφο μιας συλλογής διηγημάτων στο χέρι, αντί για κάποιο πολυσέλιδο μυθιστόρημα διακοπών.


.

Thursday 14 June 2007

Αναγνώσεις

Δύο διαφορετικού τύπου αναγνώσεις μπορούν να απολαύσουν οι εραστές του λόγου τις μέρες αυτές.

Η πρώτη πηγή αναγνώσεων είναι ηλεκτρονική και μας προσφέρεται από το περιoδικό poema.

http://www.e-poema.eu/index_gr.php

Από την ιδαίτερα πλούσια ύλη του τρίτου τεύχους, στο τμήμα των δοκιμίων ξεχωρίζω τα κείμενα των Λίλλη, Ρούβαλη, και Πάβιτς – α!, και τους μοναδικούς στοχασμούς για την ποίηση που υπογράφει ένας εγκρατής κύριος ιδιαίτερης ευαισθησίας, με το όνομα Jorge Louis Borges.

.

Η δεύτερη πηγή αναγνώσεων αναιρεί τις διαμεσολαβήσεις της ηλεκτρονικής οθόνης αλλά και της τυπωμένης σελίδας. Πρόκειται για την εκδήλωση του περιοδικού (δε)κατα, στην οποία συγγραφείς διαβάζουν οι ίδιοι τα κείμενά τους.

Ένα βράδυ αφιερωμένο στην απαιτητική τέχνη του διηγήματος - ανυπομονώ για την εμπειρία.

Sunday 10 June 2007

Η επι-κοινωνία


Υπάρχουν στιγμές στο περιθώριο του κυρίου θέματος ενός βιβλίου που η φωνή του συγγραφέα, απελευθερωμένη πρόσκαιρα από τις συμβάσεις του είδους, ακούγεται πιο καθαρά. Μεταφέρω ένα ενδεικτικό απόσπασμα:


Μια Παράκληση
Όσοι τυχόν θα είχαν να κάμουν διορθώσεις σημαντικές ή συμπληρώσεις στο βιβλίο αυτό μπορούν να τις στείλουν στο συγγραφέα, οδ. Πατρ. Ιωακείμ 23, Αθήνα.


Η ταυτότητα του γράφοντος είναι εύκολο να συναχθεί από την παράγραφο που ακολουθεί:


Ο συγγραφέας παρακαλεί ακόμη να του στέλνωνται νέα βιβλία στη δημοτική, ιδίως σε πεζό λόγο. Θα μπορούσαν να του χρησιμέψουν για τη Γραμματική που ετοιμάζει.


Πρόκειται για το υστερόγραφο του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, στην πρώτη έκδοση της ‘Ιστορικής Εισαγωγής’ - γραμμένο στις 15 Ιανουαρίου του 1938.


Ανάμεσα στα πολλά που μπορεί κανείς να σκεφτεί για αυτό το απόσπασμα, συγκρατώ το εξής: η ανάγκη προσωπικής επικοινωνίας ενός συγγραφέα με τους αναγνώστες του, μάλλον προϋπήρχε της εφεύρεσης των blogs.

Wednesday 6 June 2007

Το μέγεθος (δεν) έχει σημασία


H εκδοτική κίνηση του βιβλίου διέπεται από μία αντίφαση: όσο μειώνεται ο χρόνος που διαθέτει ο ‘μέσος αναγνώστης’ για τη λογοτεχνία, τόσο αυξάνεται το μέγεθος των βιβλίων που στριμώχνονται στους πάγκους των κεντρικών βιβλιοπωλείων.

Η αντίστροφη σχέση μεταξύ του χρόνου που (δεν) έχουμε για διάβασμα και του όγκου κάθε βιβλίου που φαίνεται να προτιμά το ευρύ κοινό, αφορά όχι μόνο την πεζογραφία, αλλά και κάθε είδος της πρόσφατης εκδοτικής παραγωγής – εξ ου και η ευτυχής σύμπτωση τα περισσότερα υπό έκδοση ιστορικά, δοκιμιακά, ή επιστημονικά βιβλία να προβλέπεται στους καταλόγους ότι θα είναι (τουλάχιστον) 224 σελίδες – μέγεθος που επιτρέπει λιανική τιμή πώλησης αρκετά υψηλή ώστε να καλύψει το κόστος παραγωγής και διανομής ενός μη-λογοτεχνικού τίτλου.

Το κύριο θύμα αυτής της τάσης είναι ίσως η ποίηση. Και αυτό δεν χαρακτηρίζει μόνο τα καθ’ημάς δρώμενα. Την Κυριακή ο Martin Amis θέλησε να δώσει με την ομιλία του στο φεστιβάλ του Hay on Wye το στίγμα των καιρών: «Θα έχετε ίσως παρατηρήσει ότι η ποίηση είναι νεκρή. Οι επιμνημόσυνες στήλες έχουν ήδη γραφτεί... Συνεχίζει βέβαια να υφίσταται, υπό την μορφή τιμητικών εκδηλώσεων ... αλλά δεν είναι πλέον και τόσοι οι αναγνώστες που θα περάσουν το βράδυ τους χαλαρά, μ’ενα βιβλίο ποίησης αγκαλιά.»

Νομίζω, όμως, ότι είναι τέτοιου είδους αντιλήψεις που δημιουργούν το πρόβλημα: η αληθινή ποίηση δεν βοήθησε ποτέ κανένα να περάσει τις νύχτες του χαλαρά -- το κάθε ποίημα, θέλει να το ξαγρυπνάς. Κι αν αυτό δεν βοηθάει την εμπορικότητά του, προφυλάσσει τουλάχιστον κάποιες όμορφα τυπωμένες ποιητικές συλλογές από το στρίμωγμα στους πάγκους των ευπώλητων.



Saturday 2 June 2007

Ηρωες σε αποσύνθεση


Τα Δίδυμα Φαρενάιτ είναι η δεύτερη προσπάθεια του Μισέλ Φέιμπερ να εισαγάγει τον αναγνώστη σ’ ένα ιδιότυπο σύμπαν αλλόκοτων περιστατικών. Οι ήρωες του, τρωτοί και σκοτεινοί, παραδίδονται χωρίς αντιστάσεις στην σταδιακή απώλεια των ορίων της προσωπικής τους ταυτότητας.

Κάθε ιστορία μοιάζει να αναβλύζει από κάποια σπασμένη αορτή του ασυνείδητου, δημιουργώντας ρέματα που εκβάλουν σε μια φανταστική κοινωνία του μέλλοντος (Τα μάτια της ψυχής), ή σ’ ένα εφιαλτικό παρελθόν (Η σάρκα παραμένει σάρκα). Κάποιες αποφεύγουν την οποιαδήποτε ανάμειξη με την καθημερινότητα, ενώ λίγες – και οι καλύτερες – έχουν στοιχεία επώδυνα ρεαλιστικά (Αληθινοί κολυμβητές, Ποντίκι, Ο Αντυ γυρίζει).

Αν και οι ιστορίες είναι καλοδουλεμένες, δεν έχουν όλες την ίδια δύναμη, καθώς το κέντρο βάρους μετατίθεται με τρόπο που ακυρώνει την κορύφωση και δημιουργεί στον αναγνώστη αμηχανία - μια αμηχανία που βρίσκει το αισθητικό της αντίστοιχο σε χαρακτήρες μουδιασμένους από τον πόνο και την αποξένωση, παγιδευμένους στην κλειστοφοβική ατμόσφαιρα ενός ψυχικά αδιαπέραστου τοπίου.

Εν τούτοις, η τοποθέτηση της περιπέτειας των Φάρενάιτ στο τέλος της ομότιτλης συλλογής, προδίδει την επιθυμία του συγγραφέα να δώσει στο έργο του έναν τόνο αισιόδοξο ή, έστω, παραμυθητικό. Σαν την αφήγηση ενός παραμυθιού είναι και οι δημόσιες απαγγελίες του Φέιμπερ – φωνή γλυκιά αλλά αβαθής, αντηχεί το κενό που επιστρέφει η παγωμένη τούνδρα όπου έχουν χαθεί τα δίδυμα Φάρενάιτ.



Μισέλ Φέιμπερ, Τα Δίδυμα Φάρενάιτ (μτφ. Μ. Μακρόπουλος, ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ)

.