Sunday 24 February 2008

Η ρητορική του ελάχιστου


Δουλεύουμε πάνω σ’ένα κείμενο (δοκιμάζουμε σημεία τομής στον στίχο, επιζητούμε νοηματικές συνάφειες στην πρόταση) αλλά δεν δουλεύουμε πάνω σε μια λέξη: την επιλέγουμε - ή μας επιλέγει.

Μεταξύ μιας παραγράφου και της μοναχικής λέξης εισέρχεται ο αφορισμός – γενεσιουργός σκέψεων που εκφράζει η τέχνη της βραχύτητας. Υπάρχει μια παραδεδομένη αντίληψη για την αντίθεση συστηματικού λόγου κι αφοριστικής σκέψης. Όμως, ως λογοτεχνικό είδος ο αφορισμός φαίνεται να ευδοκιμεί σε χώρες που χαρακτηρίζονται για την αγάπη τους για μακρόπνοα θεωρητικά συστήματα. Στην αναλυτική κουλτούρα της Βρετανίας, π.χ, σπάνια συναντάμε μια αυθεντικά αφοριστική σκέψη – κι η εξαίρεση του Όσκαρ Ουάιλντ δεν είναι τόσο καθοριστική όσο εικάζεται. Νιώθω πως αρκετές από τις περίφημες φράσεις του υπολείπονται ουσίας:

«I never read a book I must review; it prejudices you so.» Εξαιρετικό - αλλά ανεφάρμοστο, ιδίως για όποιον, όπως και ο Ουάιλντ, πιστεύει στην αξία της κριτικής.

Οι Γάλλοι – παρά τον υπέρμετρο ζήλο τους για την ανέγερση ορθολογικών συστημάτων – αποδείχτηκαν πολλοί πιο εύστοχοι σε μια τέχνη που καθρεφτίζει τα όρια και τις αντιφάσεις του ανθρώπινου στοχασμού. Κλείνω με ένα αγαπημένο παράδειγμα του Λα Ροσφουκώ:

«Αν δεν είχαμε εμείς ελαττώματα, δεν θα νιώθαμε ευχαρίστηση όταν τα εντοπίζουμε στους άλλους.»


Monday 18 February 2008

18 Φεβρουαρίου 2008




Snow, the poor man's marble


Joseph Brodsky


Thursday 7 February 2008

Ευτυχία;

Αφιερωμένο στο alef για την ευγενική του πρόσκληση να αποδόσω, μέσω ενός κειμένου, μιαν όψη της ‘ευτυχίας’. Αν και πυρρώνειος σκεπτικιστής προς κάθε τι υπερβατικό, νομίζω πως κάτι ιδιαίτερο περικλείεται στην ακόλουθη ιστορία:


«Κάθε κλειδαριά έχει ένα κλειδί που της αρμόζει και την ανοίγει. Αλλά υπάρχουν δυνατοί ληστές που ξέρουν πως να ανοίγουν ό,τι θέλουν δίχως κλειδί: σπάνε την κλειδαριά. Ετσι και κάθε μυστήριο στον κόσμο μπορεί να λυθεί με την περισυλλογή ή τον στοχασμό που του ταιριάζει. Αλλά ο θεός αγαπάει τον κλέφτη που κάνει κομμάτια την κλειδαριά: εννοώ, αυτόν που κάνει την καρδιά του κομμάτια για την αγάπη του θεού.»


παλιά χασιδική ιστορία


Monday 4 February 2008

Βίοι παράλληλοι

Ο θόρυβος κι η μουσική κινούνται με το ίδιο νόμισμα: τον ήχο.

Νομίζω ότι, για μένα, η μουσική έχασε την ισχύ της, όταν εξοβέλισε το θόρυβο από τη θέση του, ώστε να γίνει αυτή συνεχώς παρούσα ως background music. Η αντίσταση, ίσως, στην διαρκή υποχώρηση της μουσικής στο ‘υπόβραθο’ όσων κάνουμε, ξεκινά από την υπενθύμηση της φυσικότητάς της. Παλιά – ίσως υπάρχουν επισκέπτες αυτού του μπλογκ που να καταλαβαίνουν τι εννοώ – δεν πηγαίναμε στο σπίτι ενός φίλου για να ακούσουμε μουσική, αλλά για να ακούσουμε δίσκους.

Η διαδρομή ενός δίσκου από το ράφι ή το χαλί, ώσπου να τον αγγίξει η βελόνα του πικάπ, και πίσω στη θήκη του, σήμαινε ότι η πρώτη αίσθηση με την οποία μας δινόταν η μουσική ήταν η αφή. Δεν μπορώ εύκολα πια να θυμηθώ πως ήταν να ακούω μουσική, χωρίς παράλληλα να αλλάζω ταχύτητα στο αυτοκίνητο, ή να συζητώ, ή να προχωρώ ένα βιβλίο, ή να πληκτρολογώ.

Μου ρθε στο νου ένα κείμενο που διάβασα πριν από πολύ καιρό. Στην εισαγωγή τού βιβλίου Οι Αθώοι, ο Herman Broch αναφέρει πως όταν σταματήσει ο κάθε θόρυβος (των λόγων, μα και των σκέψεων) αυτό που θα ακούσεις είναι ο ήχος του χρόνου – του δικού σου χρόνου, που, ίσως, δεν χάθηκε.