Sunday 27 September 2009

Το καμαράκι κάτω από τη σκάλα: εννέα δοκίμια


Πότε ένα κείμενο είναι δοκιμιακό; Η γραμματολογική έννοια του δοκιμίου φαίνεται να επιδέχεται, καταρχήν, δύο αναλύσεις, μια αποφατική και μια καταφατική. Αποφατικά, το δοκίμιο μπορεί να οριστεί ως κάτι που, ενώ δεν περιορίζεται στην φιλολογική καταγραφή των σχετικών δεδομένων, δεν ολοκληρώνεται σε μια φιλοσοφική θεώρηση της ουσίας τους. Θετικά, το δοκίμιο προτείνει ένα νέο τρόπο αντίληψης των πραγμάτων, αναδεικνύοντας τις υπόρρητες σχέσεις και τις άδηλες ποιότητες που νοηματοδοτούν την εμπειρία μας.

Αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις, δίνει η πρόσφατη συλλογή εννέα κειμένων του Διονύση Καψάλη -έμπειρου ποιητή και μάστορα του πεζού λόγου- για τον οποίο μπορεί, πιστεύω, να ειπωθεί εκείνο που ο Παλαμάς δήλωσε κάποτε για τον Ροΐδη: ο άνθρωπος αυτός, απλούστατα, γνωρίζει να γράφει.

Το αρχικό και το τελικό δοκίμιο του τόμου αποτελούν, κατά την άποψή μου, υπόδειγμα δοκιμιακού λόγου, ο οποίος μπορεί να συντονίζεται με τα ενδιαφέροντα ενός μη-εξειδικευμένου ακροατηρίου, να ευστοχεί στην διατύπωση των ζητημάτων που θέτει προς συζήτηση, και να αρθρώνει ουσιαστικές προτάσεις για την εις βάθος κατανόησή τους.

Δεν είναι όλα τα δοκίμια του Καψάλη εξίσου άρτια στη δομή τους, ενδελεχή στην πραγμάτευσή τους, ή πλήρη στην επιχειρηματολογική ανάπτυξή τους. Στην μελέτη για τον Άλκη Αγγέλου, με αντικείμενο τη σχέση «Λογίων και Ανάγνωσης», ο ειρμός της σκέψης διαρκώς ανακόπτεται από τις αλλαγές θεματικής εστίασης. Θα ήταν ίσως γονιμότερο για τον συγγραφέα να ανασυνθέσει στις καίριες λεπτομέρειές της την διαλεκτική, λόγου χάριν, προσωπικής αυτοδιδασκαλίας και ευρύτερης κοινωνικής παιδείας, ώστε να καταστεί σαφής η απάντηση όχι μόνο στο ερώτημα του τι ακριβώς ζητούσε ο Αγγέλου από τον Βικέλα, αλλά στο, κατ’ εμέ σημαντικότερο, ερώτημα του τι ζητά ο Καψάλης από τον Αγγέλου – ποιες πνευματικές ανάγκες ενός στοχαστή των αρχών του 21ου αι. μπορεί να ωθούν στην επανεξέταση του έργου ενός γραμματολόγου του όψιμου 20ου αιώνα;

«Η Ποιητική της Αγοράς» ανοίγει με δύο σελίδες εξαιρετικών παρατηρήσεων για την δικαιολογημένη αμηχανία που μπορεί να επιφέρει στον καλοπροαίρετο αλλά πρωτόπειρο σπουδαστή η μηχανική εφαρμογή όρων και αρχών της σύγχρονης λογοτεχνικής θεωρίας. ο συγγραφέας καταδεικνύει, μεταξύ άλλων, το αδόκιμο της μετάφρασης του λατινογενούς intertextuality ως «διακειμενικότητα» (χωρίς, ωστόσο, να προτείνεται μια ευστοχότερη απόδοσή του). Ακολουθεί η συνανάγνωση δύο ποιημάτων, του Παλαμά και του Άγρα, η οποία, δίχως να βιάζει τα έργο τους σε κάποιο εύπεπτο εξηγητικό σχήμα, εντοπίζει εκλεκτικές ποιητικές συγγένειες, αναδεικνύει στην συνάφειά τους τις αισθητικές ποιότητες του εκάστοτε κειμένου, και φωτίζει το ποιητικό πρόσωπο του κάθε δημιουργού στο αντικαθρέφτισμα της κοινωνικής και προσωπικής ιστορίας του. Αν θα έπρεπε να διατυπώσω κάποια ένσταση για αυτό το δοκίμιο, θα έλεγα ότι υστερεί σε αμεσότητα έκφρασης της αξιολογικής κρίσης που, δίχως ποτέ να αρθρώνεται ρητά, πιστεύω ότι έπεται λογικά από την ανάλυση του Καψάλη. Είναι ίσως παράδοξο για ένα τόσο καλογραμμένο κείμενο, ότι χρειάστηκε να το ‘επισκεφτώ’ αρκετές φορές ώσπου να σχηματίσω την άποψη ότι η ορθή ερμηνεία κάποιων φαινομενικά ουδέτερων χαρακτηρισμών του συγγραφέα σχετικά με το «βάρος της μείζονος ποίησης», συγκλίνει μάλλον με την δική μου προτίμηση για τον τρόπο με τον οποίο ο ελάσσων Άγρας «γειώνει το πάθος του Παλαμά», αποδίδοντας με τα χαμηλόφωνα ποιήματά του τον αυθεντικό ήχο του καθημερινού βιώματος.

Οι «Σκέψεις για τον Εμμανουήλ Ροΐδη» συνιστούν μία πραγματικά επιτυχημένη απόπειρα διάσωσης του συγγραφέα των Ειδώλων από τα παραμορφωτικά είδωλα που η καθ’ημάς μετανεωτερική ‘διανόηση’ έχει ανεγείρει πάνω στο corpus του Συριανού πεζογράφου. Η κριτική του Καψάλη κατά της βαρύγδουπης περιαυτολογίας και της ανερμάτιστης γενικολογίας που χαρακτηρίζει πρόσφατες αναλύσεις του Ροΐδη, είναι όχι μόνο απολαυστικά καυστική, αλλά και φιλολογικά οξυδερκής – η έμφαση, εντούτοις, στις ελλείψεις της τρέχουσας αποδομητικής ορθοδοξίας, ενέχει τον κίνδυνο οι πλέον σημαντικές ερμηνευτικές προτάσεις που διατυπώνονται στο τελευταίο τρίτο του κειμένου, να διαφύγουν της προσοχής, ή έστω να μην εκτιμηθούν επαρκώς σε μια πρώτη ανάγνωση.

Οι αρετές των δοκιμίων που συναποτελούν Το Καμαράκι κάτω από τη Σκάλα είναι πολλές και ουσιαστικές. Ακόμη και αν ο αναγνώστης διαφωνεί με επιμέρους παρατηρήσεις, ή αν προσδοκά μια πληρέστερη πραγμάτευση των τόσο καίριων ζητημάτων που θίγει ο συγγραφέας, κατανοεί ότι παρακολουθεί την ανέλιξη της σκέψης κάποιου που επιθυμεί να συνομιλήσει με το κοινό του -- και για τον οποίο η διαδικασία της συγγραφής δεν στοχεύει στην οχύρωση του γράφοντα πίσω από ένα τείχος παραπομπών και παραθεμάτων, αλλά στην διατύπωση απόψεων που τον εκθέτουν στο κριτικό μας βλέμμα, συμβάλλοντας έτσι σε έναν απροσχημάτιστο διάλογο με όσους πιστεύουν ακόμη στην διαμόρφωση μιας «νέας ηθικής της λογοτεχνίας που δεν θα ηθικολογεί και που η γνώση δεν θα αναιρεί την ικανότητα του ανθρώπου [να απορεί και] να θαυμάζει.»


Διονύσης Καψάλης, Το καμαράκι κάτω από τη σκάλα: εννέα δοκίμια, Άγρα, 2008

Saturday 6 June 2009

Το φύλο της γραφής


Η σημερινή επιφυλλίδα του Δημοσθένη Κούρτοβικ στο Βιβλιοδρόμιο θέτει με αρκετά επιτυχημένο τρόπο -εύστοχα, κριτικά, αλλά χωρίς εμπάθεια (μάλλον με συμπάθεια)- ένα σύνολο κοινωνικών και πολιτισμικών ζητημάτων που αφορούν την σχέση συγγραφέων και αναγνωστικού κοινού στην περίπτωση της ευπώλητης παραλογοτεχνίας. Ας προσθέσω κάποιες, συντομότατες, επισημάνσεις.

Κατ' αρχάς υπάρχει μια σοβαρή παράπλευρη απώλεια ζωτικού χώρου για την ποιοτική λογοτεχνία, καθόσον το συγκεκριμένο εκδοτικό φαινόμενο πλήττει και όσους δεν μετέχουν στο εμπορικό αλισβερίσι της παραλογοτεχνίας: πρόκειται για τη συνεχώς αυξανόμενη (κατά)χρηση του χώρου αξιόλογων εντύπων λογοτεχνικής κριτικής, προς ανάδειξη της παραλογοτεχνίας. Παρέχει επίσης αφορμή προβληματισμού το γεγονός ότι όλο και συχνότερα, τέτοιου είδους ευπώλητα, αν και κακότεχνα προϊόντα εμφανίζονται στις μακρές λίστες έγκριτων βραβείων. Τέλος, νομίζω ότι ένα από τα θύματα της όλης κατάστασης είναι η νοηματική παραφθορά των όρων 'γυναικεία γραφή' και 'γυναικεία λογοτεχνία' που ενώ στις αγγλόφωνες, τουλάχιστον, χώρες, δηλώνουν κάτι το πρωτοποριακό κι ανατρεπτικό (από την Virginia Woolf ως την Jackie Kay) στα καθ'ημάς οι όροι έγιναν δυστυχώς συνώνυμοι της πλέον συντηρητικής κι εύπεπτης μικροαστικής λογοτεχνίας.


Thursday 28 May 2009

Fragment


Νυκτὸς βουλεύειν, νυκτὸς δ᾽ ἓτι ὀξυτέρη φρήν
ἀνδρὰσιν. ἡσυχὶη δ᾽ ἀρετὴν διξημὲνῳ ἐσθλή.


Τη νύχτα να επιθυμείς - στους άνδρες, της νύχτας οξύτερη είναι η σκέψη - κι η ησυχία, για όποιον το άριστο ποθεί, υπέροχη είναι.

Φωκυλίδης

6ος αι. π.Χ.


Friday 1 May 2009

1 Μάη 09



... ο συγγραφέας δεν διαθέτει κάποιο κείμενο, προκειμένου να το παραβάλει με το γραπτό του, καμία γλώσσα πριν τη γλώσσα. Αν τον ικανοποιεί η ομιλία του, τον ικανοποιεί λόγω μιας ισορροπίας που η ίδια ορίζει τους όρους της, λόγω μιας τελειότητας χωρίς πρότυπο.


Maurice Merleau-Ponty, Le langage indirect et les voix du silence (1952)

Monday 27 April 2009

Κριτική και κριτικοί


Όταν ο Debussy έφτασε στο πανδοχείο που θα τον φιλοξενούσε για τις διακοπές του στο Dover, έγραψε στο σημειωματάριό του πόσο ευτυχισμένος ήταν που θα περνούσε λίγο χρόνο μακριά από τα σαλόνια του Παρισιού όπου όλοι «οι μουσικοί μιλούν για ζωγραφική, και οι ζωγράφοι για μουσική».

Αν ο Debussy θεωρούσε ότι η εύλογη ενασχόληση του κάθε δημιουργού είναι η τέχνη του - των μουσικών η μουσική που συνθέτουν, και των ζωγράφων τα εικαστικά τους τεχνήματα - προφανώς θα ένιωθε μάλλον άβολα στην Ελλάδα, όπου ακόμη θεωρείται «ότι το απαγορεύει η δεοντολογία ή η αξιοπρέπεια» (όπως δήλωσε πρόσφατα ο Δημοσθένης Κούρτοβικ) για έναν συγγραφέα να συζητά το έργο του, vis à vis της εύστοχης ή άστοχης κριτικής που έχει δεχτεί.

Η ομιλία του Κούρτοβικ περιείχε πολλά καλά στοιχεία - και μαζί με την ανεπιτήδευτη και πλέον ουσιαστική παρουσίαση του Τατσόπουλου, και την εξαιρετική ανακοίνωση του Καψάλη - ήταν από τις πιο ενδιαφέρουσες παρεμβάσεις στην διημερίδα της Σχολής Μωραΐτη.

Το συγκεκριμένο ζήτημα, όμως, που ex cathedra φαίνεται να αποφασίζει ο Κούρτοβικ, είναι πολύ ευρύ, και δεν θα μπορούσε να εξαντληθεί με την αποσπασματική αναφορά σε επιμέρους ισχυρισμούς. Πριν λίγο καιρό είχε εκτυλιχτεί μια ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων στο, πάντοτε ανοικτό προς συζήτηση, ‘Βιβλιοκαφέ’. Θα μπορούσα απλώς να καταγράψω τη δική μου, λιγοστή, εμπειρία επί του θέματος.

Η διαδικασία κριτικής παρουσίασης στον ξένο τύπο, γίνεται, συνήθως, ως εξής: ο εκδότης μού προτείνει να παρουσιάσω ένα βιβλίο, αν δεχτώ, η κριτική μου θα σταλεί στον υπεύθυνο ύλης, ο οποίος αυτομάτως στέλνει αντίγραφό της στον συγγραφέα του κρινόμενου βιβλίου. Αν ο συγγραφέας το επιθυμεί μπορεί να καταθέσει τις όποιες ενστάσεις ή παρατηρήσεις του, τις οποίες μπορώ, δίχως όμως να υποχρεούμαι, να λάβω υπ' όψιν. Κατόπιν το κείμενό μου δημοσιεύεται στην τελική του μορφή, χωρίς εκδοτικές παρεμβάσεις.

Όπως γνωρίζουμε, στην εγχώρια παραγωγή τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Θεωρώ, πάντως, ότι οι περισσότεροι επαγγελματίες κριτικοί γράφουν ως εάν (όπως έλεγαν κάποτε) ο κύριος αποδέκτης της κριτικής μας, δηλ. ο συγγραφέας του υπό κρίση κειμένου, θα μπορούσε άμεσα να απαντήσει, να διορθώσει ή να βελτιώσει την ερμηνευτική μας προσέγγιση. Ο διάλογος μεταξύ κριτή και κρινόμενου, εφόσον στην Ελλάδα δεν είναι υπαρκτός, λειτουργεί, πιστεύω, για κάποιους επαγγελματίες (ή αθεράπευτα ρομαντικούς) κριτικούς, ως ρυθμιστικό ιδεώδες.

Κατά πόσο η απροκατάληπτη ανταλλαγή απόψεων σχετικά με τη λογοτεχνική εργασία του καθενός θίγει την «δεοντολογία ή την αξιοπρέπεια» του λογοτέχνη, είναι, όπως σημείωσα ένα ευρύτερο ζήτημα που φωτίζεται αλλά δεν εξαντλείται από την προσωπική εμπειρία ενός εκάστου εξ ημών.

Sunday 1 February 2009

Το πεζό ποίημα


Ταξίδεψε, γνώρισε τη μελαγχολία των βαποριών, τα κρύα ξυπνήματα κάτω από τη σκηνή, τον ίλιγγο των τοπίων και των ερειπίων, την πίκρα των εφήμερων συμπαθειών.


L'éducation sentimentale (1869)


Καλό μήνα


Monday 26 January 2009

Watch that video

Η εβδομάδα που πέρασε στη διεθνή πολιτική σκηνή, είναι αξιοσημείωτη για αρκετούς λόγους, κανέναν όμως τόσο σημαντικό όσο η μη-προβολή ενός video-clip. Όπως ίσως γνωρίζουν οι απανταχού βιβλιόφιλοι (ή, τουλάχιστον, οι ευσυνείδητα ουμανιστές) μία από τις πιο καίριες κινήσεις προσφοράς ανθρωπιστικής βοήθειας προς τον δοκιμαζόμενο λαό της Παλαιστίνης λογοκρίθηκε από έναν τηλεοπτικό κολοσό. Πρόκειται για μία τρίλεπτη ταινία που φέρει την υπογραφή της Disaster Emergency Committee - της εξέχουσας ομάδας των δεκατριών διεθνών φιλανθρωπικών οργανισμών που -ανεξαρτήτως θρησκευτικών δογμάτων και πολιτικών ιδεολογιών- παρέχει άμεση ιατρική και σιτική στήριξη σε θύματα εγκλημάτων πολέμου. Το γεγονός της λογοκρισίας ενός φιλανθρωπικού βίντεο είναι νομίζω αξιοσημείωτο για τουλάχιστον τρεις λόγους. Ο πρώτος είναι ότι η Disaster Emergency Committee δεν είναι ένας μόνιμος οργανισμός - συνέρχεται μόνο όταν συντρέχουν εξαιρετικές συνθήκες: νομίζω ότι σε διάστημα 35 ετών είναι μόλις η τέταρτη φορά που το μέγεθος και η φύση της ανθρωπιστικής καταστροφής κατέστησε απαραίτητη την επανασύσταση της επιτροπής. Ο δεύτερος είναι ότι η λογοκρισία επεβλήθει από τον (υποτιθέμενα) πλέον αδιάβλητο τηλεοπτικό οργανισμό της Βρετανίας: το BBC. Η ευτελής δικαιολογία που χρησιμοποιήθηκε από τον Διευθυντή του Τηλεοπτικού Οργανισμού ήταν ότι, ώς 'πολιτικά ουδέτερο', το BBC δεν επιθυμεί να προβάλλει μια ταινία που μπορεί να εκληφθεί ως μη φιλική προς ένα από τα αντιμαχόμενα μέρη. Το τρίτο στοιχείο είναι ότι η ανακοίνωση του Διευθυντή δεν εξόργισε μόνο τους εργαζόμενους δημοσιογράφους του BBC, αλλά προκάλεσε την αντίδραση και μελών της κυβέρνησης (ιδιαίτερα του Υπουργού Υγείας, ο οποίος στηρίζει και συντονίζει τη αποστολή ιατρικής βοήθειας προς την Παλαιστίνη). Αυτό που εκπλήσσει πάντως εμένα είναι το επίπεδο στο ποίο κινήθηκε η συζήτηση γύρω από το επίμαχο κλιπ: το BBC (καλώς ή κακώς) δεν υποχρεώθηκε να αλλάξει την απόφασή του - οι δημοσιογράφοι που διαφώνησαν βρήκαν τρόπο και να δημοσιοποιήσουν το θέμα, και να φροντίσουν για την προβολή του κλιπ με άλλα μέσα - μα πάνω από όλα η ίδια η τρίλεπτη ταινία δίνει μαθήματα πολιτικής παρέμβασης σε μια κρίσιμη στιγμή, εστιάζοντας σε όσους έχουν πραγματική ανάγκη, επικαλείται το ανθρώπινο συναίσθημα, χωρίς να καταφεύγει στον φτηνό συναισθηματισμό. Η απόφαση να μην προβληθεί η ταινία των φιλανθρωπικών οργανισμών δεν εμπίπτει στην αθώα κατηγορία της 'πολιτικής ίσων αποστάσεων' - νομίζω πως η ανηθικότητα δεν είναι ποτέ πολιτικά ουδέτερη. But please judge for yourself: watch that video...


Wednesday 7 January 2009

διάλειμμα



Crickets are singing.
They’re singing as if to say,
“If I don’t sing now it’ll be too late.”

Naturally
that makes me cry.

***


A day with clouds.
The clouds are sad.

A day without clouds.
The sky is sad.


***

QUIET

Each tree
casts a shadow.

A tree
is a quiet flame.


Jukichi Yagi, Note D (1926)